- μητρώα του δήμου
- el padro' municipal
Griechisch-Katalanisch Wörterbuch.
Griechisch-Katalanisch Wörterbuch.
κατοικοδημότης — ο, θηλ. κατοικοδημότις κάτοικος και δημότης μιας πόλης, γραμμένος στα μητρώα τού δήμου στον οποίο και κατοικεί. [ΕΤΥΜΟΛ. < κάτοικος + δημότης] … Dictionary of Greek
δημότης — ο θηλ. δημότισσα που είναι γραμμένος στα μητρώα κάποιου δήμου, ο πολίτης του δήμου: Όλη η οικογένεια, είμαστε δημότες Καβάλας … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
δημότης — ο (θηλ. δημότις και δημότισσα, η) (AM δημότης, Α και δαμότας και δαμέτας) αυτός που ανήκει σε κάποιο δήμο και είναι εγγεγραμμένος στα μητρώα του μσν. μέλος φατρίας ιπποδρόμου αρχ. 1. άνθρωπος τού δήμου, τού λαού, σε αντίθεση προς τους άρχοντες… … Dictionary of Greek
παρέγγραπτοι — Ονομάζονταν έτσι όσοι ήταν γραμμένοι παράνομα στους καταλόγους των Αθηναίων πολιτών, και ιδιαίτερα στο ληξιαρχικόν γραμματείον του κάθε δήμου, όπου γινόταν η πρώτη εγγραφή των νέων μόλις συμπλήρωναν τα 18 τους χρόνια. Η πόλη της Αθήνας φρόντιζε… … Dictionary of Greek
αδήλωτος — η, ο 1. εκείνος για τον οποίο δεν έγινε δήλωση: Βρέθηκαν στις βαλίτσες του πράγματα αδήλωτα. 2. ως ουσ. το αρσ., αδήλωτος ο πολίτης που δεν είναι γραμμένος στα μητρώα δήμου ή κοινότητας … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)